• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
Allow me. interj (offer)επίτρεψέ μου, επιτρέψτε μου έκφρ
 "Allow me!" a bellboy said, and took my heavy suitcase.
 «Επιτρέψτε μου» είπε ένας γκρουμ, και πήρε τη βαριά βαλίτσα μου.
allow me to do [sth] interj (offer)επίτρεψε μου, επιτρέψτε μου επίφ
 Miss, allow me to open the door.
 Δεσποινίς, επιτρέψτε μου να ανοίξω την πόρτα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση allow me στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «allow me».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!